Το άρθρο αναδεικνύει τους σημαντικούς νομικούς και πρακτικούς κινδύνους που ενέχει η αγορά ακινήτου μέσω αναγκαστικού πλειστηριασμού, παρά τη διαφάνεια που εισήγαγε το ηλεκτρονικό σύστημα.
Παρότι η τιμή πρώτης προσφοράς πλέον αντιστοιχεί στην εμπορική αξία και το ακίνητο «καθαρίζεται» από υποθήκες και κατασχέσεις, ο υπερθεματιστής (νέος ιδιοκτήτης) κινδυνεύει:
- Νομικά σφάλματα στη διαδικασία πλειστηριασμού μπορεί να οδηγήσουν σε ακύρωση της κατακύρωσης και απώλεια του ακινήτου.
- Μπορεί να υπάρχουν εκκρεμείς ένδικες διαδικασίες που αμφισβητούν το κύρος της κατάσχεσης ή της απαίτησης.
- Ο πλειστηριασμός δεν εγγυάται την κυριότητα, αν το ακίνητο δεν ανήκε στον οφειλέτη ή υπάρχουν τρίτα εμπράγματα δικαιώματα.
- Μπορεί να υπάρχουν δεσμευτικές μισθώσεις που περιορίζουν τη χρήση του ακινήτου, ειδικά όταν πρόκειται για κατοικίες.
- Υπάρχουν κρυφά βάρη (οφειλές προς ΕΥΔΑΠ, εφορία κ.ά.) που μεταβιβάζονται στον νέο ιδιοκτήτη.
- Δικαστικές αποφάσεις (π.χ. ανατροπή κατάσχεσης) μπορεί να ακυρώνουν εκ των υστέρων τον πλειστηριασμό, χωρίς να είναι άμεσα ορατές στα δημόσια βιβλία.
- Υπάρχει κίνδυνος τεχνικών λαθών στο ηλεκτρονικό σύστημα (π.χ. λάθος ποσά), που δεν διορθώνονται εύκολα.
Συμπέρασμα: Παρότι ο πλειστηριασμός μπορεί να προσφέρει ευκαιρίες, κρύβει σοβαρούς νομικούς και οικονομικούς κινδύνους. Ο έλεγχος τίτλων και η νομική υποστήριξη είναι απαραίτητοι για την αποφυγή δυσάρεστων συνεπειών.